Δημοσιεύθηκαν οι αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκριναν αντισυνταγματικό το Νέο Οικοδομικό Κανονισμό.
Στην περίληψη των αποφάσεων που εξέδωσε το ΣτΕ σημειώνεται ότι το σύστημα διατάξεων των ΝΟΚ με τις οποίες παρέχονται προσαυξήσεις στον συντελεστή της δόμησης και το ύψος, ως κίνητρα για την ανέγερση κτηρίων, δεν αντίκειται, κατ’ αρχήν, μόνο από το περιεχόμενο τους στο Σύνταγμα.
Όμως, «τα κίνητρα του Ν.Ο.Κ., λόγω του προέχοντος πολεοδομικού χαρακτήρα τους, δεν μπορούν να υλοποιούνται απευθείας με την έκδοση οικοδομικών αδειών που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του Ν.Ο.Κ., αλλά
ανήκει στον πολεοδομικό νομοθέτη να τα συμπεριλάβει στον τοπικό σχεδιασμό, όπου σταθμίζονται οι συνέπειες στο οικιστικό περιβάλλον της περιοχής, όπου τα κίνητρα εφαρμόζονται, με τεκμηρίωση της σχετικής κρίσης επί τη βάσει ειδικής επιστημονικής μελέτης, η οποία καταρτίζεται στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης του σχεδιασμού και λαμβάνει υπόψη τη φυσιογνωμία του κάθε οικισμού» αναφέρουν και καταλήγουν πως το σύστημα των κινήτρων του Ν.Ο.Κ. αντίκειται στο Σύνταγμα.
Κατά τους δικαστές, η αντισυνταγματικότητα προκύπτει από το ότι με τις διατάξεις«παρέχεται απ’ ευθείας στις υπηρεσίες δόμησης, η δυνατότητα να εκδίδουν οικοδομικές άδειες, κατ’ απόκλιση από τους ισχύοντες με βάση το πολεοδομικό καθεστώς κάθε περιοχής όρους δόμησης».
Στο σκεπτικό αναλύεται και η αντισυνταγματικότητα του μη συνυπολογισμού στον συντελεστή δόμησης των παταριών και του κτίσματος έως 35 τ.μ. στο δώμα, καθώς και η εξομοίωση της πισίνας με φυτεμένη επιφάνεια και πρέπει να προσμετρώνται στον σ.δ. Στον αντίποδα, εκριναν συνταγματικό τον μη συνυπολογισμός στον σ.δ. των έρκερ, δηλαδή αρχιτεκτονικών στοιχείων περιορισμένων διαστάσεων, και των κλιμακοστασίων που δεν συνιστούν χώρους κατοίκησης.
Τι γίνεται με τις άδειες
Για να καταλήξει στην κρίση του το Δικαστήριο στάθμισε «το δημόσιο συμφέρον αλλά και τις αρχές της ασφάλειας δικαίου, της προβλεψιμότητας και της εμπιστοσύνης των διοικουμένων που οικοδόμησαν, εμπιστευθέντες το νομοθετικό καθεστώς και τα θεσπισθέντα κίνητρα του ν. 4067/2012, και που απέκτησαν καλοπίστως εμπράγματα δικαιώματα επί των εν λόγω ακινήτων».













